Σχολεία: Τι θα γίνει τελικά με το εθνικό απολυτήριο;

Το εθνικό απολυτήριο, ένα φιλόδοξο εγχείρημα στον τομέα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, αποτελεί μια από τις σημαντικές προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει το Υπουργείο Παιδείας στην Ελλάδα.

Παρότι περιλαμβάνεται στις προεκλογικές δεσμεύσεις της παρούσας κυβέρνησης, η εφαρμογή του έχει καθυστερήσει λόγω πολιτικών, τεχνικών και κοινωνικών εμποδίων. Η εισαγωγή ενός εθνικού απολυτηρίου υπόσχεται να φέρει ριζικές αλλαγές στο σύστημα αξιολόγησης των μαθητών του Λυκείου, αναδιαμορφώνοντας τον τρόπο που συνδέεται η δευτεροβάθμια εκπαίδευση με την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Ωστόσο, το συγκεκριμένο σχέδιο συνοδεύεται από πολυδιάστατες προκλήσεις, που αφορούν τόσο τη διασφάλιση του αδιάβλητου των εξετάσεων όσο και τον πολιτικό διάλογο που απαιτείται για τη διαμόρφωση ενός αξιόπιστου και δίκαιου πλαισίου. Οι προβληματισμοί επικεντρώνονται στη διαδικασία βαθμολόγησης και στη διαφάνεια των εξετάσεων, όπως και στο πιθανό πολιτικό κόστος που συνεπάγεται μια μεταρρύθμιση τέτοιου βεληνεκούς.

Παράλληλα, οι διαφωνίες για τον συνυπολογισμό των βαθμών των προηγούμενων τάξεων του Λυκείου και το ενδεχόμενο δημιουργίας «διπλών Πανελλαδικών Εξετάσεων» ενισχύουν τον προβληματισμό για την υλοποίηση του έργου.

Η καθιέρωση ενός εθνικού απολυτηρίου έχει τη δυνατότητα να ενισχύσει την εκπαιδευτική αξιοκρατία, παρέχοντας ένα πιο ολοκληρωμένο σύστημα αξιολόγησης των μαθητών. Παρά τα εμπόδια, η συζήτηση παραμένει ζωντανή, με ειδικούς να αναζητούν λύσεις που θα εξασφαλίσουν την αποτελεσματικότητα και την κοινωνική αποδοχή της μεταρρύθμισης. Στη συνέχεια, το άρθρο εστιάζει στις συζητήσεις, τις προτάσεις που έχουν κατατεθεί, και τις επιφυλάξεις που εκφράζονται για τη μελλοντική πορεία αυτού του σημαντικού εκπαιδευτικού σχεδιασμού.

Υψηλόβαθμα στελέχη του υπουργείου Παιδείας δηλώνουν στην «Καθημερινή» ότι «το σχέδιο δεν έχει “παγώσει”», εκτιμώντας ότι απαιτείται χρόνος για την καλύτερη δυνατή προετοιμασία του εγχειρήματος. Ωστόσο, το σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση επηρεάζει τις οικογένειες, τους εκπαιδευτικούς σχολείων και φροντιστηρίων και έχει κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές προεκτάσεις. Κατά συνέπεια, για μία τέτοια κομβική αλλαγή σε ένα τόσο κρίσιμο θέμα απαιτείται μεγάλος χρόνος διαβούλευσης, ώστε να επιχειρηθούν συναινέσεις και να διασφαλιστεί η εφαρμογή της και από την επόμενη κυβέρνηση. «Εχουμε πάει πίσω», αναφέρει στην «Κ» εκπαιδευτικός που ενεπλάκη στις συζητήσεις για τη θεσμοθέτηση του εθνικού απολυτηρίου. «Είναι απαραίτητη η μεταρρύθμιση», όπως τονίζει ο ίδιος – κάτι που υιοθετεί και η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας.

Πέρυσι, αρχές φθινοπώρου, ο φρέσκος, μετά τις εκλογές του Ιουλίου, υπουργός Παιδείας Κυριάκος Πιερρακάκης σύστησε δύο επιτροπές για την υπόθεση του εθνικού απολυτηρίου. Η μία επιτροπή αποτελείτο από καθηγητές της μέσης εκπαίδευσης υπό την ηγεσία του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) και η δεύτερη από πανεπιστημιακούς. Οι επιτροπές δούλεψαν χωριστά και εντέλει σε συνεργασία κατέληξαν σε δύο προτάσεις που είχαν ίδια κεντρική ιδέα, αλλά διαφορές σε επιμέρους ζητήματα. Κατόπιν, έγιναν δύο πολύωρες συσκέψεις με τη συμμετοχή των μελών των επιτροπών, υπηρεσιακών παραγόντων, αλλά και εμπειρογνωμόνων από το Μέγαρο Μαξίμου.

Η κεντρική ιδέα ήταν ο βαθμός του εθνικού απολυτηρίου να προκύπτει από ενδοσχολικές εξετάσεις στα βασικά μαθήματα κάθε επιστημονικής κατεύθυνσης (όπως Αρχαία, Ιστορία, Βιολογία, Χημεία, Μαθηματικά, Φυσική, Πληροφορική, Οικονομία και Γλώσσα – Εκθεση) με θέματα επιλεγμένα από Τράπεζα Θεμάτων. Μάλιστα, προτάθηκε να μετράει όχι μόνον ο βαθμός από τις εξετάσεις της Γ΄ Λυκείου, αλλά –κατά ένα, μικρότερο, ποσοστό– και ο βαθμός της Β΄ Λυκείου (π.χ. 60%-40% ή 70%-30%). Είχε μάλιστα προταθεί να μετράει κατά ένα μικρό ποσοστό και ο βαθμός της Α΄ Λυκείου (π.χ. 10%), αλλά απερρίφθη.

Παράλληλα, υψηλόβαθμα στελέχη του υπ. Παιδείας είχαν επικοινωνήσει και με τα στελέχη του Διεθνούς Οργανισμού International Baccalaureate (IBO) στη Γενεύη της Ελβετίας, ενώ υπήρξαν και επαφές με στελέχη γνωστών ιδιωτικών σχολείων που οργανώνουν το πρόγραμμα του IB, για να εξετασθεί αν ήταν εφικτό να προσαρμοστεί στην ελληνική πραγματικότητα. Τελικά, παρόλο που το IB έχει πολλούς υποστηρικτές, η υλοποίησή του απαιτεί πολλούς πόρους (π.χ. εκπαιδευτικοί πολλών ειδικοτήτων) και θα ανέτρεπε ριζικά τη σημερινή δομή του λυκείου.

Τι συνέβη και έως τώρα το υπουργείο Παιδείας δεν καταστάλαξε σε μια τελική πρόταση προς διαβούλευση; Τα βασικά «αγκάθια» αφορούν τη διασφάλιση του αδιάβλητου των εξετάσεων και το πολιτικό κόστος που τυχόν θα προκαλέσει η θεσμοθέτηση «διπλών Πανελλαδικών Εξετάσεων».

 

Δικλίδες ασφαλείας

Για τη διασφάλιση του αδιάβλητου, κρίσιμες παράμετροι είναι η βαθμολόγηση των γραπτών, η επιτήρηση των εξετάσεων και η βαρύτητα του προφορικού βαθμού. Με δεδομένο ότι το βασικό σχέδιο ορίζει πως τα θέματα των εξετάσεων θα επιλέγονται από Τράπεζα Θεμάτων, για να διασφαλιστεί το αδιάβλητο πρέπει τα γραπτά να διορθώνουν όχι οι καθηγητές που διδάσκουν το κάθε μάθημα, αλλά «εξωτερικοί», από διαφορετικό σχολείο. Για τον ίδιο λόγο «εξωτερικοί» θα πρέπει να επιτηρούν τις εξετάσεις. Παράλληλα, αμφιθυμία υπήρξε ως προς τη βαρύτητα του προφορικού βαθμού, καθώς είναι εύκολο (συμβαίνει άλλωστε και τώρα πολύ συχνά) να αμφισβητηθούν η αντικειμενικότητα και η αξιοπιστία της κρίσης των εκπαιδευτικών. Υπήρχε, λένε, ο κίνδυνος να προέκυπταν 20άρια «με το τσουβάλι» στα βασικά μαθήματα. Αλλά χωρίς να μετράει ο προφορικός βαθμός σε κάθε μάθημα –ακόμη και εάν υπάρξει προσαρμογή του προφορικού βαθμού στον γραπτό, αν η διαφορά υπερβαίνει π.χ. τις 3 ή 4 μονάδες–, ακυρώνεται ο ρόλος του εκπαιδευτικού της τάξης. «Αρα, τι νόημα έχει μετά το εθνικό απολυτήριο;», αναρωτιέται, μιλώντας στην «Κ», εκπαιδευτικό στέλεχος.

Το ενδεχόμενο υιοθέτησης του προγράμματος International Baccalaureate (IB) ή προσαρμογής του στα ελληνικά δεδομένα απορρίφθηκε, καθώς η υλοποίησή του απαιτεί πολλούς πόρους και θα ανέτρεπε ριζικά τη δομή του λυκείου.

Επίσης, σήμερα στις Πανελλαδικές Εξετάσεις τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής Εξετάσεων για να επιλέξουν τα θέματα της επόμενης ημέρας κλείνονται από το απόγευμα της προηγουμένης σε ένα μικρό χώρο στο υπουργείο Παιδείας, ο οποίος μοιάζει με μπούνκερ.

Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», στελέχη της κυβέρνησης ανέφεραν ότι εάν οι εξετάσεις δεν πραγματοποιούνται με τα εχέγγυα αμεροληψίας που ισχύουν σήμερα, θα γίνονταν εύκολος στόχος πολιτικών επιθέσεων, με αποτέλεσμα τον στιγματισμό του νέου συστήματος. Η παραπάνω άποψη υιοθετεί ουσιαστικά αυτό που λέγεται για τις σημερινές Πανελλαδικές Εξετάσεις: «Μπορεί να μην είναι αξιοκρατικές ως προς την επιλογή των καλύτερων υποψηφίων –βλέπε τους “παπαγάλους” που εισάγονται σε περιζήτητες σχολές ΑΕΙ–, αλλά είναι αδιάβλητες».

 

 Οι εξετάσεις στη Β΄ Λυκείου

Το δεύτερο θέμα που φρέναρε τον σχεδιασμό για το εθνικό απολυτήριο είναι η καθιέρωση «διπλών εξετάσεων», δηλαδή και στη Β΄ Λυκείου, ώστε να μετράει ο βαθμός της τάξης στη διαμόρφωση του τελικού βαθμού. Το ίδιο είχε ισχύσει προσωρινά και στο σύστημα Αρσένη, στα τέλη της δεκαετίας του ’90.

Κυβερνητικά στελέχη υποστηρίζουν ότι εάν οι εξετάσεις δεν πραγματοποιούνται με τα εχέγγυα αμεροληψίας που ισχύουν σήμερα, θα γίνονταν εύκολος στόχος πολιτικών επιθέσεων, με αποτέλεσμα τον στιγματισμό του νέου συστήματος.

Ακόμη και εάν υπάρχει πρόβλεψη ο βαθμός στις εξετάσεις της Β΄ Λυκείου να συνυπολογίζεται μόνο εάν είναι καλύτερος από τον βαθμό της Γ΄ Λυκείου, το σύστημα θα αυξήσει τον εξεταστικό φόρτο των μαθητών. Ποιες συνέπειες θα έχει αυτό; Μεγαλύτερο άγχος για τους γονείς και τους μαθητές, που θα σπεύσουν στα φροντιστήρια από την Α΄ Λυκείου για να προετοιμαστούν για τις εξετάσεις της Β΄ Λυκείου, και άρα ακόμη μεγαλύτερη οικονομική αιμορραγία των οικογενειών.

Εν κατακλείδι, προς το παρόν «είναι όλα ανοιχτά, προς σκέψη», εάν θέλουμε να υιοθετήσουμε την αισιόδοξη οπτική κυβερνητικών παραγόντων που αρνούνται τα περί «παγώματος» του απολυτηρίου.

Πηγή [ipaidia.gr]

Εκπαιδευτικά Νέα Ημαθίας

Τα πάντα για τη Πρωτοβάθμια και τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση του Νομού Ημαθίας.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *