Το γνωστικό αντικείμενο της Νεοελληνικής Γλώσσας διακρίνεται για την ιδιαιτερότητά του, καθώς αφορά έναν βασικό πανανθρώπινο βιολογικό και ψυχολογικό μηχανισμό, τη γλώσσα, η οποία, ενώ κατακτάται στις βασικές της δομές με φυσικό τρόπο κατά την προσχολική ηλικία του παιδιού, καλλιεργείται και βελτιώνεται, στη συνέχεια, στη σχολική πράξη ως αναγκαίο μέσο πρόσβασης σε όλες τις πτυχές της πολύπλοκης αντικειμενικής και υποκειμενικής πραγματικότητας και ως δείκτης ατομικής, κοινωνικής και πολιτισμικής ταυτότητας. Κάθε μητρική γλώσσα, χωρίς να υποτιμάται η σημασία της γνώσης και άλλων γλωσσών, έχει κεντρικό ρόλο στην κοινωνία και την εκπαίδευση. Η ελληνική γλώσσα, ειδικότερα, αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση, αφού διαθέτει μακραίωνη προφορική και γραπτή παράδοση έχοντας, παράλληλα, αναπτύξει ένα ευρύ φάσμα γλωσσικών ποικιλιών.
Στην εκπαίδευση, η γλώσσα εμπλέκεται ενεργά σε κάθε γνωστικό αντικείμενο του σχολείου, τόσο μέσω της ορολογίας κάθε επιστήμης και των γλωσσικών πράξεων που επιτελούνται σε αυτήν, όσο και μέσω της κατανόησης και παραγωγής λόγου σε κάθε γνωστικό πεδίο, σε ακαδημαϊκό επίπεδο. Η καλλιέργεια, επομένως, της προσληπτικής ικανότητας και της προφορικής και γραπτής έκφρασης αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για τη γνωσιακή, κοινωνική και γλωσσική ανάπτυξη των μαθητών/-τριών, καθώς οι ανεπτυγμένες γλωσσικές δομές συνδέονται και αλληλεπιδρούν με την ωρίμαση των νοητικών διεργασιών και την κοινωνικοποίηση των παιδιών στη σχολική και πολιτισμική τους κοινότητα.
Με δεδομένη τη σπουδαιότητα αλλά και την πολυπλοκότητα του αντικειμένου, η διδασκαλία του μαθήματος αποβλέπει στον βαθμιαίο μετασχηματισμό της γλωσσικής διαίσθησης σε συνειδητοποίηση του συστήματος της ελληνικής γλώσσας και, ειδικότερα, των λεξικογραμματικών επιλογών που προσφέρονται στους/στις ομιλητές/-τριές της για τη δημιουργία νοημάτων που πραγματώνονται με τη μορφή κειμένου σε ποικίλα επικοινωνιακά πλαίσια. Επομένως, κύρια στοιχεία του περιεχομένου της γλωσσικής εκπαίδευσης συνιστούν η παρουσίαση και ανάλυση των αλληλεξαρτώμενων φωνολογικών, μορφολογικών και συντακτικών δομών της ελληνικής και των υποσυστημάτων τους (π.χ. ονοματικό, ρηματικό κ.λπ.), η ανάπτυξη του βασικού και εξειδικευμένου λεξιλογίου, η συνεχής βελτίωση, μέσω της άσκησης, των βασικών προσληπτικών και παραγωγικών δεξιοτήτων προφορικού και γραπτού λόγου και η ανάπτυξη των δεξιοτήτων κατανόησης και παραγωγής ποικίλων κειμένων, συμπεριλαμβανομένων των λογοτεχνικών, σε ένα κριτικό πλαίσιο, με έμφαση στις γλωσσικές ποικιλίες, γεωγραφικές και άλλες.
Πηγή: [alfavita.gr]